Ανάμεσα στον Τσακ Νόρις και τον
Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή υπάρχει πάντα ένας Κρητικός για να σώσει την
κατάσταση. Πίνει ρακές, χαζεύει ντοκιμαντέρ (βλέπε διαφήμιση γνωστής
συνδρομητικής), τσιτάρει μαντινάδες και τραγουδάει μέσα από δημοφιλή
ringtones. Οπως και να 'χει, το κρητικό αμπαλάζ δεν ντύνει μόνο ολόκληρο
το τηλεοπτικό μενού, αλλά γίνεται το απόλυτο είδωλο. Ο Κρητικός είναι ο
δικός μας μόνος και κάπως αγριωπός Λούκι Λουκ με καλογυαλισμένες
μπότες, βράκες και, πάνω απ' όλα, ελληνική σφραγίδα που εμπνέει ακόμη
και την πολυάσχολη πένα του Θοδωρή Αθερίδη.
Σε μια δική του βερσιόν, την οποία ο
ίδιος βαπτίζει «κρητικό γουέστερν», ο Κρητικός αποδεικνύεται για μια
ακόμη φορά το απόλυτο ελληνικό brand name - ένας Ζορμπάς σε
νεορεαλιστική εκδοχή, ενώ τα Σφακιά γίνονται το εξωτικό καταφύγιο για
την Ελλάδα της κρίσης. Και για όποιον νομίζει ότι ο Αθερίδης απολωλάθηκε
που έβαλε το καπέλο του και τραβάει για το σφακιανό Γουέστ, ο ίδιος
εξηγεί ότι είναι θέμα περηφάνιας και ... ταυτότητας: Ο Κρητικός
είναι το αρχετυπικό σύμβολο της λεβεντιάς, της ελληνικής ψυχής και
ιδιαιτερότητας. Είναι ο πυρήνας του Ελληνα. Αναζητώντας ένα πρόσωπο που
θα μιλήσει για την Ελλάδα της κρίσης δεν μπορούσα επ' ουδενί να σκεφτώ
κάποιον άλλο εκτός από τον Κρητικό. Κι ο λόγος είναι ακόμη πιο
επιτακτικός στην εποχή που ζούμε - η οποία επιβάλλει από μόνη της την
εσωτερική αναζήτηση και τον αυτοκαθορισμό και μας καλεί να
συνειδητοποιήσουμε ποιοι είμαστε και ποια είναι η κατεύθυνσή μας.
Από τη Σαλονίκη στα Σφακιά
Αυτή τη φορά ο Θοδωρής δεν είναι μόνος
στο σπίτι, αλλά βρίσκεται σε ένα ξενοδοχείο στα Λιβανιανά των Σφακίων
παρέα με έναν παλιό του έρωτα, μια Κρητικιά -την οποία υποδύεται η Ρένια
Λουιζίδου-, χωρίς νερό, χωρίς τηλέφωνο και φυσικά χωρίς μία στην τσέπη.
Δεν θα μπορούσα να μην εμπνευστώ από τη σημερινή εποχή. Δεν ζω
απομονωμένος από την υπάρχουσα κατάσταση, ούτε είμαι ανεπηρέαστος από
την εθνική κατάθλιψη, εξηγεί. Εσκεμμένα λοιπόν το θέμα μου, αν και κωμωδία, εμπνέεται από αυτές τις καταστάσεις.
Πόσο εύκολο είναι όμως να φανταστείς τον
Αθερίδη να γυαλίζει τα κρητικά σπιρούνια του και να παίζει με τα όπλα; Ο
ίδιος δηλώνει πάντως ότι λατρεύει τους Κρητικούς (πώς αλλιώς άλλωστε;)
και ότι συνηθίζει να πηγαίνει στα μέρη εκείνα που θεωρεί μοναδικά: Ολα
ξεκίνησαν όταν είδα ένα παλικάρι με έντονα καταγάλανα μάτια, ντυμένο
στα μαύρα, να με χαιρετάει έξω από μια υπαίθρια ταβέρνα. Και τότε μου
φάνηκε πραγματικά ότι βλέπω σκηνή από γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε, ομολογεί. Μια ματιά κεραυνοβόλα και ιδού ένα σενάριο γεμάτο πιστολίδι, μπουμπουνητά και καθαρόαιμους έρωτες.
Κρητική φαντασία
Η Κρήτη έχει πολλά κοινά με την
Αγρια Δύση, τουλάχιστον ως προς την αυτονομία και τους άγραφους νόμους,
αλλά ο τίτλος υποδηλώνει άλλου τύπου αγριότητες. Κυρίως θέτει το ερώτημα
του κατά πόσο είναι άγριο να ζεις στη Δύση σήμερα ή αν η Δύση είναι
πραγματικά άγρια στις εποχές της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης,
τονίζει ο γνωστός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και πρωταγωνιστής Θοδωρής
Αθερίδης. Και η αλήθεια είναι ότι μπορείς να του προσάψεις τα πάντα
εκτός από έλλειψη φαντασίας.
Ακόμη και αν δεν πολυκαταλαβαίνεις το
genre που υπηρετεί απευθυνόμενος από τη μια σε εναλλακτικές φαν -που θα
δουν Αλμοδόβαρ αλλά μην τους δώσεις Ουμπέρτο Εκο- αλλά και σε πολύ
μέινστριμ -που θα επισκεφτούν το θέατρο μαζί με την καλή γούνα και τη
θεία Καίτη-, το σίγουρο είναι ότι το μενού του Αθερίδη είναι πάντα
χορταστικό και πλουσιοπάροχο. Πάντα βρίσκει έναν τρόπο να κάνει γκελ σε
ένα ευρύ κοινό - ίσως γιατί μοιάζει ταυτόχρονα απρόσιτος και άνθρωπος
της διπλανής πόρτας.
Πιο πολύ μάλλον φέρνει σε έναν φίλο με
τον οποίο έβγαινες όταν ήσουν στο λύκειο και δεν ξέρεις από πού μπορεί
να ξεφυτρώσει. Κάπως έτσι προκύπτει και το σενάριο της «Αγριας Δύσης»,
που θέλει τον Αθερίδη να εμφανίζεται ξαφνικά στα Σφακιά για να ξαναβρεί
την παλιά του αγάπη (Ρένια Λουιζίδου) η οποία έχει ήδη δυο παιδιά (την
Τζένη Θεωνά και τον Λευτέρη Ελευθερίου) και τεράστια χρέη. Μάλιστα, όπως
μου εξομολογείται ο πολυπράγμων Αθερίδης -που και παιδί του Εθνικού
υπήρξε και τον Γκολντόνι του τον ξέρει-, η συμπρωταγωνίστριά του Ρένια
Λουιζίδου υπήρξε συμμαθήτριά του, ενώ την Τζένη Θεωνά την έχει
ξανασκηνοθετήσει παλιότερα - προτού συνεργαστούν στο περσινό πετυχημένο
«Μόνοι στο σπίτι».
Αυτή τη φορά ο Σαλονικιός, κατά τ' άλλα,
Αθερίδης κατεβαίνει από τον Βορρά -όπου ξεκίνησε ως μέλος στους Αγαμους
Θύτες- για να επισκεφτεί τις απάτητες κορφές των Σφακίων, εκεί όπου τα
μοναστήρια ήταν πεδία μάχης και τα παιδάκια αντί για παιχνίδια μάθαιναν
πρώτα τα όπλα. Παρέα με άλλα λεβεντόπαιδα, όπως αναδείχθηκαν μέσα από
τις δοξασμένες ελληνικές ταινίες, τότε που η Αλίκη Βουγιουκλάκη
τραγουδούσε ως άλλη ξανθιά Αρετούσα στο λίγο πιο ευτραφές λεβεντόπαιδο
Δημήτρη Παπαμιχαήλ, ο Αθερίδης προτείνει τη δική του εναλλακτική εκδοχή
στο κρητικό στόρι.
Και γράφοντας για την «Αγρια Δύση»
φτάνει να σκηνοθετεί μια κωμωδία με ταυτόχρονες αναφορές στο οικονομικό
δράμα που ζούμε - ακριβώς δηλαδή σαν τη σφακιανή πίτα: λίγο πιο αλμυρή
απ' ό,τι συνήθως αλλά συνάμα βουτηγμένη στο μέλι. Το αν θα τα καταφέρει
να επιβιώσει από αυτή την ευφάνταστη θεατρική «βεντέτα» -που παντρεύει
παράδοξα είδη- μένει να το δούμε από κοντά στην πρεμιέρα του έργου του,
σε λίγες μέρες στο θέατρο «Αποθήκη».
Protothema.gr - Prismanews.gr