Πυρετωδώς εργάζονται Αμερικάνοι επιστήμονες προκειμένου να
δημιουργήσουν και να αναπτύξουν ένα τεστ αίματος που θα διαγιγνώσκει την
κατάθλιψη στους εφήβους. Αν το τεστ, που βασίζεται σε γενετικούς
δείκτες, αποδειχτεί αποτελεσματικό, τότε θα επιτρέπει μία αντικειμενική
αξιολόγηση της κατάστασης του νέου, καθώς οι υπάρχουσες διαγνωστικές
μέθοδοι είναι σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικές και βασίζονται στην κρίση
των γιατρών, που αξιολογούν τα συμπτώματα.
Σε σχέση με τους ενηλίκους, η διάγνωση της κατάθλιψης είναι ακόμα πιο
δύσκολη στους εφήβους, οι οποίοι συχνά χαρακτηρίζονται από έντονες
εναλλαγές της ψυχικής διάθεσής τους λόγω ορμονικών μεταβολών, γι' αυτό
στην περίπτωσή τους ένα πιο αντικειμενικό τεστ διάγνωσης θα ήταν
ιδιαίτερα χρήσιμο. Μάλιστα το υπό δοκιμή τεστ αίματος φαίνεται ότι
μπορεί να διακρίνει ανάμεσα σε όσους έχουν μόνο σοβαρή κατάθλιψη και σε
όσους αυτή συνδυάζεται με αγχωτική διαταραχή.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Νορθγουέστερν στο
Ιλινόις, με επικεφαλής την καθηγήτρια ψυχιατρικής Έβα Ρεντέι,, ανέφεραν
ότι πρόκειται για το πρώτο βήμα προκειμένου η θεραπεία της κατάθλιψης να
είναι πιο έγκαιρη, πιο αποτελεσματική και πιο εξατομικευμένη για κάθε
περίπτωση ασθενούς.
Οι εκτιμήσεις για τα ποσοστά της κατάθλιψης κυμαίνονται από 2%- 4% στην
προεφηβική περίοδο, μέχρι 10%- 20% στο τέλος της εφηβείας, ενώ το
ποσοστό μπορεί να φθάσει μέχρι και το 25% μεταξύ των νεαρών ενηλίκων. Το
πρόβλημα είναι μεγαλύτερο στα κορίτσια και στις νέες γυναίκες παρά στα
αγόρια και στους νέους άνδρες.
Όταν η κατάθλιψη πρωτοεμφανίζεται στην εφηβεία, είναι πιο δύσκολο να
διαγνωστεί, από ότι όταν εκδηλώνεται για πρώτη φορά σε ένα ενήλικο. Οι
έφηβοι που έχουν κατάθλιψη, χωρίς όμως αυτή να διαγιγνώσκεται έγκαιρα,
έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμπλακούν με ναρκωτικά, να έχουν
αντικοινωνικές συμπεριφορές, να κάνουν απόπειρες αυτοκτονίας κ.α.
Οι ερευνητές έκαναν πειράματα με εφήβους, καταθλιπτικούς και μη,
αναλύοντας δείγματα αίματος και ελέγχοντας 26 γενετικούς και άλλους
βιο-δείκτες, που είχαν ήδη εντοπιστεί από προηγούμενες έρευνες.
Διαπίστωσαν ότι 11 από αυτούς τους δείκτες στο αίμα, μπορούν να
διακρίνουν κάποιον έφηβο που έχει κατάθλιψη, από κάποιον που δεν έχει.
Επιπλέον, 18 από τους 26 δείκτες μπορούν να διακρίνουν κάποιον που έχει
μόνο κατάθλιψη από κάποιον που έχει και διαταραχή άγχους.
Οι 11 γενετικοί δείκτες αντιστοιχούν στον έλεγχο 11 συγκεκριμένων
γονιδίων. Όπως είπε πάντως η καθηγήτρια Ψυχιατρικής Έβα Ρεντέι: “αυτά τα
11 γονίδια πιθανότατα αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου, επειδή η
κατάθλιψη είναι μία πολύπλοκη πάθηση. Είναι όμως μία ελπιδοφόρα αρχή,
που σαφώς δείχνει ότι είμαστε πλέον σε θέση να κάνουμε διάγνωση από το
αίμα και έτσι να δημιουργήσουμε ένα διαγνωστικό τεστ αίματος για την
κατάθλιψη”.
Η Αμερικανίδα ψυχίατρος εξέφρασε την ελπίδα ότι αν υπάρξει ένα
αντικειμενικό τεστ αίματος για την κατάθλιψη, όπως για τόσες άλλες
παθήσεις, τότε θα εξαφανιστεί και το στίγμα σε σχέση με τον κοινωνικό
περίγυρο, από το οποίο σήμερα υποφέρουν οι ασθενείς έφηβοι και οι γονείς
τους, όταν γίνεται διάγνωση κατάθλιψης από τον γιατρό. Θα χρειαστούν
πάντως δοκιμές του νέου τεστ σε μεγάλες ομάδες ατόμων, πριν αυτό
εισαχθεί στην κλινική πρακτική. klik iatropedia